Τι να είναι αυτό που κάνει το μπουζούκι άραγε τόσο ξεχωριστό; Το μουσικό αυτό όργανο που συνοδεύει τη χαρά και τα γλέντια μας, απαλύνει τον ερωτικό πόνο, ανακουφίζει τα σεκλέτια μας και εκφράζει τους κοινωνικούς προβληματισμούς μας, έχει καταλάβει την πρώτη θέση στο πάνθεο των ελληνικών παραδοσιακών μουσικών οργάνων. Κι αν ανάμεσα στον παίκτη και το όργανο αναπτύσσεται μια σχέση ζωής, ανάμεσα στους παίκτες και τους κατασκευαστές αναπτύσσονται δεσμοί ακατάλυτοι και φιλίες που κρατάνε χρόνια. Από τον Κωσταντή Γκέλη, ο οποίος έμαθε την τέχνη της οργανοποιίας στη φυλακή, προμηθευόταν τα μπουζούκια του ο μεγάλος Μάρκος Βαμβακάρης. Αργότερα, η οικογένεια Παναγή καταφτάνει από τη Μικρά Ασία και κατασκευάζουν μπουζούκια και άλλα μουσικά όργανα. Παράλληλα, οι Αρμένιοι κατασκευαστές εμφανίζονται δυναμικά στην ελληνική οργανοποιία, ταυτίζοντας το όνομά τους με τη δημιουργία μπουζουκιών-έργων τέχνης, όπως για παράδειγμα ο αξεπέραστος μάστορας Ζοζέφ Τερζιβασιάν που κράτησε κρυφά τα μυστικά της τέχνης του κι έγινε μύθος ανεξίτηλος. Και από την άλλη, οι αδελφοί Άρης και Γρηγόρης Απαρτιάν άφησαν με τη σειρά τους μια σημαντική παρακαταθήκη στους νεότερους τεχνίτες. Παράλληλα με την εξέλιξη και τις αλλαγές που επέφεραν στο μπουζούκι, εξελίχθηκε το ρεμπέτικο, το λαϊκό και το έντεχνο τραγούδι, τα οποία αποτελούν έναν από τους θεμέλιους λίθους του νεοελληνικού πολιτισμού. Οι μάστορες αυτοί ζούσαν και δημιουργούσαν εντός των δικών τους «βασιλείων». Ανάμεσα στα καλούπια, τα σκάφη, τα εργαλεία και τις ψαρόκολλες, αναδύονταν οι κελαριστοί ήχοι των οργάνων που μόλις παρήγαγαν τους πρώτους τους ήχους σε μια διαδικασία μυστηριακή και υποβλητική. Μέσα σ’ αυτούς τους χώρους πραγματοποιούνταν σημαντικές συναντήσεις ανάμεσα σε μουσικούς, τεχνίτες, μαθητευόμενους σε μια αέναη τελετή μύησης και δημιουργίας. Σήμερα, τα παραδοσιακά οργανοποιεία στέκουν αγέρωχα και υπερήφανα, ενώ οι άλλοτε νεαροί μαθητευόμενοι τεχνίτες γίνονται πλέον οι δάσκαλοι για την επόμενη γενιά οργανοποιών, εξασφαλίζοντας τη