Ο Νικόλας απελπισμένος. Ο πατέρας και ο γιος του άφαντος. Και η μητέρα του στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Κάτι πρέπει να κάνει, να δράσει. Τρελαμένος φτάνει στο σπίτι του Σωτήρη, τους βρίσκει να δειπνούν. Τον αδερφό του, τη γυναίκα του, τις κόρες τους. Την κόρη του. «Απόψε θα τα πούμε όλα», τους ανακοινώνει. Και όλοι κρατούν την ανάσα τους. Ο Λάζαρος αφηγείται στον Ορέστη μια ιστορία, πάνω από τις στροφές της σβούρας του. Μια ιστορία πολύ σκοτεινή. Και ο Μίχος χλωμιάζει. Η Ουρανία με τον Σταύρο εγκλωβίζονται νύχτα στο ναυπηγείο. Ίσως αυτό να χρειαζόταν για να αποκαλυφθούν τα πραγματικά τους αισθήματα: να περάσουν μαζί μια νύχτα. Το μυαλό του Νικόλα θολωμένο, η Αγνή ξυπνά και δεν τον βρίσκει στο πλάι της. Εκείνος έχει καταφέρει να βρει τον Μπόγρη. Και ένα όπλο τον σημαδεύει στο κεφάλι...