Στη Βελούζινα, ο Αντώνης μένει σε ένα δωμάτιο σπιτιού που επίταξε ο στρατός. Το σπίτι είναι της Άντσως, μιας ντόπιας αεικίνητης γυναίκας που ζει με τους ηλικιωμένους γονείς της και την κόρη της Γκιβέζω. Κύρια ασχολία της, εκτός από τις αγροτικές δουλειές, είναι να υφαίνει στον αργαλειό της ό,τι υφαντά χρειαζόταν για το σπίτι. Σιγά σιγά, ο Αντώνης αρχίζει να καταλαβαίνει μια ιδιαίτερη συμπάθεια που του δείχνει η Γκιβέζω. Εκείνο, όμως, που σημαδεύει την παραμονή της Αιγαιοπελαγίτικης Μεραρχίας στη Βελούζινα είναι ένα έκτακτο Στρατοδικείο στο οποίο οδήγησαν τρεις στρατιώτες για εγκατάλειψη θέσης. Μολονότι η δίκη γίνεται κεκλεισμένων των θυρών, ο Αντώνης και ο Κίμων καταφέρνουν και τρυπώνουν μέσα στην αυτοσχέδια αίθουσα.