Ο Θεριανός βλέπει στον ύπνο του εφιάλτες και αναστατώνεται. Η Διαμάντω, η οποία κοιμάται δίπλα του, απελπίζεται. Αντιλαμβάνεται την εσωτερική πάλη του άντρα της, ο οποίος έχει ερωτευτεί τη νύφη τους, και προσπαθεί να βρει τρόπο να αποτρέψει το κακό. Έτσι, την επόμενη μέρα, ανακοινώνει στον γιο της ότι πρέπει να πάρει τη γυναίκα του και να πάνε να μείνουν αλλού. Ο Γιώργης την ικετεύει να αλλάξει γνώμη γιατί, με την αποχώρησή τους από το σπίτι, θα στιγματιστεί η Χρυσαυγή ως «κακή νύφη». Η Διαμάντω, όμως, είναι αμετακίνητη. Χρησιμοποιώντας ψεύτικες κατηγορίες εναντίον της Χρυσαυγής, δεν ομολογεί τον πραγματικό λόγο για τον οποίο θέλει να τους διώξει. Η Χρυσαυγή, μη μπορώντας να αντέξει αυτή την αδικία, ξεσπάει σε κλάματα απελπισμένη. Ο Θεριανός, ο οποίος μέχρι τώρα είναι αμέτοχος στη σκηνή, βλέποντάς τη να κλαίει, δεν μπορεί να συγκρατηθεί. Την αγκαλιάζει και τη φιλάει στο στόμα, φροντίζοντας, όμως, να μη το αντιληφθεί ο Γιώργης. Τώρα, η Χρυσαυγή καταλαβαίνει τον πραγματικό λόγο που θέλε